Δ ώ ρ α Π α π α δ ά κ η *

ΔΙΑΠΛΟΚΗ ΚΑΙ ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ

Ενόψει των επερχόμενων -και μάλιστα σύντομα, ίσως- βουλευτικών εκλογών, πρέπει να συζητήσουμε και σε σχέση με αυτές το φαινόμενο της διαπλοκής και να προσεγγίσουμε τη λύση του μέσα από τον τρόπο της διεξαγωγής της προεκλογικής εκστρατείας των υποψηφίων βουλευτών.
Καταρχήν όμως, όπως ο Μίτος της Αριάδνης, έτσι και κάθε κουβάρι για να ξετυλιχθεί πρέπει να βρούμε την άκρη του νήματός του. Τι είναι, λοιπόν, η Διαπλοκή;
Θα μπορούσαμε να πούμε πως Διαπλοκή είναι η αλληλοεξάρτηση μεταξύ πολιτικών προσώπων από τη μία μεριά και οικονομικών παραγόντων ή/και παραγόντων των ΜΜΕ, από την άλλη.
Τα πολιτικά πρόσωπα χρειάζονται χρήματα, αλλά και πρόσβαση στα ΜΜΕ, για να κατορθώσουν να εκλεγούν και να επανεκλεγούν.
Και οι οικονομικοί παράγοντες και αυτοί των ΜΜΕ χρειάζονται τα πολιτικά πρόσωπα, για να λαμβάνουν για αυτούς, κατά καιρούς, ευνοϊκές θέσεις, αποφάσεις, ρυθμίσεις.
Είναι ηλίου φαεινότερον, επομένως, ότι, για να καταπολεμηθεί η Διαπλοκή, η ριζική λύση είναι η ανεξαρτητοποίηση των προαναφερόμενων, μεταξύ τους.
Την ανεξαρτησία των ΜΜΕ από την πολιτική εξουσία θα εξασφαλίσει η αδειοδότησή τους, η οποία κακώς εκκρεμεί επί χρόνια.
Εκτός από την αδειοδότηση και ο καθημερινός έλεγχος της νόμιμης λειτουργίας τους, θα συνεχίσει να διενεργείται από το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, του οποίου η πλήρης ανεξαρτησία από την εκτελεστική εξουσία κατοχυρώθηκε με τον Ν. 3051/2002, μετά την τελευταία αναθεώρηση του Συντάγματος, το έτος 2002. Όσο όμως και εάν έχει οπλιστεί με πλήρη ανεξαρτησία, το ΕΣΡ οφείλει, φυσικά, να εφαρμόζει την υφιστάμενη Νομοθεσία και να κινείται εντός των πλαισίων της. Επομένως, η χάραξη των πλαισίων, τόσο για την αδειοδότηση, όσο και για τον συνεχή έλεγχο λειτουργίας των ΜΜΕ, ανήκει στην αρμοδιότητα της νομοθετικής εξουσίας και είναι θέμα πολιτικής απόφασης. Θέμα πολιτικής βούλησης είναι και η ενδυνάμωση του ΕΣΡ με περισσότερο ανθρώπινο δυναμικό και καλύτερη υποδομή, ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται καλύτερα στις υποχρεώσεις του.
Γιατί η ύπαρξη του ΕΣΡ και η ομαλή λειτουργία του είναι η βασική συνιστώσα για την ανεξαρτησία των ΜΜΕ από την πολιτική εξουσία, αλλά είναι και από τις βασικότερες παραμέτρους για την πάταξη της διαπλοκής.

Βασικότερη, όμως, παράμετρος στην εποχή μας, που δημιουργεί οξύτατα προβλήματα διαπλοκής, είναι πλέον το αντίστροφο: Η εξάρτηση των πολιτικών και της νομοθετικής εξουσίας από τα ΜΜΕ.
Την τελευταία αυτή διαπίστωση, εξάλλου, θεωρεί αυτονόητη και δεδομένη, ως αξίωμα, η λογική όλων των νόμων περί βασικού μετόχου, αφού, απαγορεύοντας την ταυτόχρονη ιδιοκτησία (ή συμμετοχή) εταιριών που καταρτίζουν δημόσιες συμβάσεις και εταιριών ΜΜΕ, αυτό που θεωρεί δεδομένο, είναι το γεγονός ότι η ιδιοκτησία ΜΜΕ θα επηρεάσει (ή θα εκβιάσει) τους πολιτικούς στην υπογραφή δημοσίων συμβάσεων που θέλουν να καταρτίσουν οι εταιρίες, που κατέχουν ταυτόχρονα και ΜΜΕ.
Το “ξέμπλεγμα”, λοιπόν, πολιτικών και ΜΜΕ είναι το ένα μεγάλο σκέλος του αγώνα κατά της διαπλοκής.
Για την ανεξαρτησία των ΜΜΕ από τους πολιτικούς τοποθετηθήκαμε προηγουμένως.
Για την ανεξαρτησία των πολιτικών από τα ΜΜΕ υπάρχουν επίσης λύσεις, αρκεί να υπάρχει η διάθεση να εντοπιστούν και να εφαρμοστούν.
Ένα απαραίτητο μέτρο που πρέπει να ληφθεί, είναι να υποχρεωθούν οι σταθμοί (τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί) και οι εφημερίδες να φιλοξενούν τους πολιτικούς (βουλευτές και πολιτευτές), για να εκφράσουν τις απόψεις τους, όταν το ζητούν και μάλιστα εγγράφως, για να μην μπορεί να αμφισβητηθεί το αίτημά τους.
Λεπτομερείς ρυθμίσεις μπορούν να υιοθετηθούν, ώστε να αποφεύγονται οι υπερβολές προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση και να εξασφαλισθεί η ίση μεταχείριση από το κάθε ΜΜΕ όλων των πολιτικών που ζητούν να φιλοξενηθούν. Μικρές παρεκκλίσεις μπορούν να επιτρέπονται, ανάλογα με το βαθμό ενασχόλησής τους με το εξεταζόμενο θέμα ή ανάλογα με τη θέση τους στην “πολιτική ιεραρχία”.
Αυτό το μέτρο δεν έρχεται σε αντίθεση με την ελευθερία της δημοσιογραφίας, διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα ΜΜΕ επιτελούν «κοινωνική αποστολή» (άρ. 15 Σ), ότι οι συχνότητες π.χ. είναι δημόσιο αγαθό και πως, σύμφωνα με το Σύνταγμά μας, πρέπει να χρησιμοποιούνται με τρόπο που να εξασφαλίζει το σεβασμό του Συντάγματος και των νόμων, με όλα όσα αυτό συνεπάγεται.
Δυστυχώς, είναι πασιφανής η άνιση μεταχείριση των πολιτικών από τα ΜΜΕ, που έχει αιτία, αλλά και αποτέλεσμα τη Διαπλοκή, η οποία οδηγεί στην προώθηση των Διαπλεκόμενων και στον αποκλεισμό των υπολοίπων.
Εάν δεν καταπολεμήσουμε και αυτή τη μορφή Διαπλοκής, τότε δεν μπορούμε να μιλάμε για Δημοκρατία, αλλά για επίφαση Δημοκρατίας, γιατί οι πολιτικοί που αναδεικνύονται και τελικά εκλέγονται είναι εκείνοι που επιλέγονται από τα ΜΜΕ, για τους δικούς τους λόγους και όχι αυτοί, τους οποίους θα επέλεγε ο Δήμος-ο Λαός, εάν τους είχε ίσως γνωρίσει. Και το πιο καθοριστικό πλέον μέσο γνωριμίας τους είναι τα ΜΜΕ.
Τη βάση, εξάλλου, προς την κατεύθυνση καταπολέμησης της προαναφερόμενης μορφής Διαπλοκής, έβαλαν οι καινοτόμες ρυθμίσεις που υιοθέτησε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ τον τελευταίο μήνα πριν τις βουλευτικές εκλογές του 2004, απαγορεύοντας την εμφάνιση κάθε υποψηφίου πάνω από μία φορά σε κάθε ΜΜΕ, κατά την προεκλογική περίοδο κ.λ.π.

Οι ρυθμίσεις αυτές υιοθετήθηκαν ακριβώς για να καταπολεμήσουν τη Διαπλοκή μεταξύ κάποιων πολιτικών και κάποιων ΜΜΕ, που τη θεώρησαν δεδομένη. Γι’ αυτό το λόγο, αυτές πρέπει να είναι μόνον η αρχή. Όπως προαναφέρθηκε, μέτρα για τη δυνατότητα έκφρασης μέσω των ΜΜΕ όλων των πολιτικών, πρέπει να λαμβάνονται διαρκώς και όχι μόνο κατά την προεκλογική περίοδο.
Το άλλο μεγάλο “ξέμπλεγμα” που πρέπει να γίνει είναι αυτό των πολιτικών από τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα.
Επειδή είναι δεδομένο πως τα τελευταία κάνουν πάντα ό, τι μπορούν για να επηρεάσουν τους πολιτικούς να προχωρήσουν σε πράξεις ή παραλείψεις, που ευνοούν τα συμφέροντά τους, καταβάλλοντας πολλές φορές τεράστια ποσά, ως βοήθεια στην προεκλογική τους εκστρατεία, για να χτυπήσουμε το κακό στη ρίζα του, πρέπει να ελαχιστοποιήσουμε τα έξοδα της προεκλογικής διαδικασίας.
Ένα μέτρο που πρέπει οπωσδήποτε να ληφθεί είναι η απαγόρευση αποστολής εκλογικού υλικού χωριστά από τον κάθε υποψήφιο, ενέργεια για την οποία δαπανώνται τεράστια ποσά. Με τον ισχύοντα τρόπο διεξαγωγής προεκλογικού αγώνα καταστρατηγείται, επίσης, η Δημοκρατία, αφού η εκλογή συγκεκριμένων προσώπων είναι αποτέλεσμα καλού Marketing, καλοπληρωμένης διαφήμισης και όχι αποτέλεσμα αντικειμενικής, ισότιμης επιλογής μεταξύ όλων των υποψηφίων, βασισμένης στα αντικειμενικά τους προσόντα και στις απόψεις τους.
Για το λόγο αυτό, προτείνουμε να αντικατασταθεί η παράλογη πληθώρα αποστελλόμενων ή/και διανεμόμενων πολύχρωμων φυλλαδίων κάθε υποψηφίου ξεχωριστά, από την αποστολή ενός και μόνο εντύπου από κάθε Κόμμα, σε όλους τους εγγεγραμμένους στους επίσημους εκλογικούς καταλόγους κάθε περιφέρειας, το οποίο να περιέχει το βιογραφικό σημείωμα, τη φωτογραφία και τις βασικές θέσεις και απόψεις του κάθε υποψηφίου του.
Και φυσικά, να συνεχίσουν να ισχύουν οι καινοτόμες, επίσης, προεκλογικές ρυθμίσεις της τότε Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, περί απαγόρευσης των αφισών, των ισογείων εκλογικών κέντρων κλπ.

Εάν δεν πραγματοποιηθεί τίποτε από τα προαναφερόμενα, σε συνδυασμό και με το μεγάλο Φιάσκο των δύο πρόσφατων Νόμων, του 2005, περί «βασικού μετόχου», τότε θα ήταν, πλέον, πιο έντιμο, έξυπνο και αντικειμενικό να ονομάσουμε το πολίτευμά μας, όχι πια «Προεδρευόμενη Δημοκρατία», αλλά «Προεδρευόμενη Διαπλοκοκρατία»…

Δώρα Παπαδάκη

* Θεοδώρα (Δώρα) Παπαδάκη, Δικηγόρος, D.E.A. και D.E.E. Ευρωπαϊκού Δικαίου, υπ. Βουλευτής ΠΑΣΟΚ Α΄ Αθήνας, ειδ. Επιστήμονας Νομικός ΕΣΡ

ΔΙΑΠΛΟΚΗ ΚΑΙ ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ